- Πάτμιος
- -ία, -ιον, ΝΜΑ [Πάτμος]ο κάτοικος τής Πάτμου ή ο καταγόμενος από την Πάτμο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Μακάριος ο Πάτμιος — Βλ. λ. Καλογεράς, Μακάριος … Dictionary of Greek
ИАКОВ ПАТМОССКИЙ — [Иаков (Анастасиу); греч. ᾿Ιάκωβος ὁ Πάτμιος] († 20.09.1765, Иерусалим), иером., греч. просветитель и педагог. Уроженец о ва Патмос. Ок. 1712 1720 гг. обучался в Патмиаде, учебном заведении, основанном видным греч. просветителем иеродиак.… … Православная энциклопедия
Πάτμος — Νησί του δωδεκανησιακού συμπλέγματος, στο οποίο αναπτύχθηκε ένα από τα σπουδαιότερα μοναστικά κέντρα της Ανατολής και όπου εξορίστηκε ο Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, εκεί έγραψε την Αποκάλυψη και το Ευαγγέλιό του.… … Dictionary of Greek
Φιλική Εταιρεία — Ελληνική μυστική οργάνωση πατριωτικού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το πρώτο δεκαπενθήμερο του 1814, με σκοπό την προετοιμασία και την πραγματοποίηση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων εναντίον του οθωμανικού ζυγού. Η Φ.Ε. αποτέλεσε τον τελευταίο… … Dictionary of Greek